25/5/2025
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΕΦΗΜΕΡΙΑΣ…ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟ ΙΑΤΡΕΙΟ. Η ΠΤΗΣΗ!
γράφει: η Ειρήνη Μουμούρη*
- Σε κάθε εφημερία των Επειγόντων το καρδιολογικό ιατρείο είναι στην κυριολεξία η καρδιά της εφημερίας, μια άρρωστη και μπαμπέσα καρδιά, γιατί πολλές φορές η ανακοπή συμβαίνει στην αίθουσα αναμονής ή στο προαύλιο του νοσοκομείου.
Το καρδιολογικό είναι το ιατρείο, που έχει την περισσότερη ένταση και όλα πρέπει να γίνουν με ταχύτητα και ψυχραιμία. Ο Θανάσης, όταν δούλευε με παλιούς συναδέλφους δεν χρειαζόταν να μιλάει γιατί ο καθένας ήξερε τι ακριβώς έπρεπε να κάνει και όλοι μαζί έπεφταν πάνω στον εμφραγματία όπως ακριβώς τα συνεργεία pit στη φόρμουλα.

«Η καρδιά θέλει ταχύτητα ψυχραιμία, γνώση των καρδιολογικών φαρμάκων», έλεγε στους νέους συναδέλφους και ας τον έγραφαν. Μόλις, έτρωγαν τα πρώτα μπινελίκια από τον καρδιολόγο ‘’έστρωναν’’ και άρχιζαν να μαθαίνουν, να διαβάζουν, να ρωτάνε. Η γνώση στα Επείγοντα σε κάνει δυνατό, η γνώση σε κάνει και απαραίτητο και όχι νοσοκομίτσα της σειράς.
Οι καρδιολόγοι έλεγαν τον Θανάση «μαύρο γάτο» γιατί πάντα μαζί του είχαν πολύ δουλειά. «Θανάση από εσένα θα πάρω ειδικότητα τελικά, όχι από το κράτος», του έλεγε γελώντας ένας ειδικευόμενος. Ο Θανάσης γέλασε αλλά δεν πρόλαβε να του απαντήσει γιατί εκείνη το ΕΚΑΒ έφερε με τέρμα σειρήνα και γκάζι μια ανακοπή.
Κόπηκαν τα γέλια, στη στιγμή σκίστηκαν τα ρούχα του ασθενή, μπήκε σε monitor και η αδρεναλίνη έπεφτε κατά ριπάς. Μέχρι η καρδιά να επανέλθει, μόνο οι ανάσες ακουγόντουσαν μέσα στο καρδιολογικό ιατρείο. Επανήλθε με τον ‘’άγιο’’ απινιδωτή να δίνει ρεύμα και ζωή και ξαναβρήκαν όλοι τη μιλιά τους. Μόλις το φορείο με τον εμφραγματία έβγαινε απ το ιατρείο, αμέσως μπήκε μέσα με φόρα κομάντο μια…γιαγιά, που έσερνε από το χέρι έναν παππού.-Γιατρέ μου, είμαστε γέροι άνθρωποι και δεν μπορούμε να περιμένουμε πολύ. Σας ήφερα το στεφάνι μου γιατί δεν έχει πτήση!
-Τι δεν έχει γιαγιά; Ρώτησε έκπληκτος ο καρδιολόγος.
-Πτήση γιατρέ μ΄ δεν έχει πτήση πώς να σας το πώ;
-Γιαγία, ποιος στο είπε αυτό; Ρώτησε και ο Θανάσης.
– Ο ουρολόγος με είπε : «Έαν θες χάπι για να έχει πτήση ο παππούς, θα πρέπει να τον εξετάσει πρώτα ο καρδιολόγος, αλλιώς εγώ το χάπι δεν του το γράφω».
-Στύση, τόλμησε να πει ο παππούς, που επιτέλους ακούσαμε την φωνή του, «Δεν έχω στύση».
-Σώπα εσύ μην μιλάς, τι στύση λες; Τα πουλιά κάνουν πτήση και όχι στύση, του είπε η γιαγιά νευριασμένη.
-Γιαγιά εδώ είναι Επείγοντα δεν εξετάζουμε με ραντεβού, της είπε ο καρδιολόγος.
-Παιδάκι μου για εσένα, που είσαι νέος μπορεί να μη είναι επείγον αλλά για εμένα η πτήση του αντρός μου επείγει.
-Γιαγιά, χαλάλι σου της είπε ο καρδιολόγος, θα τον εξετάσω τώρα τον παππού.
-Μπράβο…πιλότε του είπε ο Θανάσης, αυτή τη ειδικότητα καρδιολόγου-πιλότου μόνο τα Επείγοντα την δίνουν, το υπουργείο υγείας, ούτε καν την φαντάζεται ότι υπάρχει.
Στα αποδυτήρια, βγάζοντας την στολή του ο Θανάσης ακόμη γέλαγε με την στύση, που ήθελε να έχει πτήση! «Τελικά τα Επείγοντα είναι σαν την ζωή ή του ύψους ή του βάθους, ή του θανάτου πάνω σε μια ανακοπή ή του πάθους πάνω σε μια …πτήση», μονολόγησε και άρχισε να σιγοτραγουδάει τα “Δαχτυλίδια” του Περπινιάδη: «Από πιτσιρίκα σε λέγανε μπαμπέσσα και έλαχε σε σένα να δώσω λίγη μπέσσα.
Η ζωή και η καρδιά όμως δεν έχουν μπέσσα-αποδεδειγμένο καθημερινώς στους διαδρόμους των Επειγόντων! Μαζί με αυτές μπέσσα δεν έχει και η προισταμένη, που με έβαλε πάλι πρωί και νύχτα απόψε».
Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΠΗΓΕ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Κυριακή πρωί και χτυπάει το τηλέφωνο : «Θανάση, έλα για φλέβα ήρθε προκάρδιο άλγος, του είπε κοφτά ο καρδιολόγος».Πάνω στο φορείο ήταν ξαπλωμένος ένας ασπρομάλλης γύρω στα εβδομήντα πέντε, μουστακαλής και γιγαντόσωμος σαν γερό-πλάτανος. Ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα και τα μάτια του γυάλιζαν από τον φόβο.
-Τι κάνατε σήμερα το πρωί και νιώσατε αδιαθεσία; ρώτησε ο καρδιολόγος.
-Τίποτα γιατρέ μου πήγα στο καφενείο, ήπια τον καφέ μου και ένα από εκείνο το… χαπάκι και τα μετά από καμιά ώρα άρχισα να πονάω.
-Ποιο χαπάκι αφου μου είπατε ότι δεν παίρνετε χάπια.
-Παίρνω, που και που ένα από εκείνα τα μπλέ καμιά Κυριακή, πριν πάω σον καφενέ.
-Μπλε, ποιο μπλε;-Εκείνο, το μπλε… κόμπιαζε ο γέρο πλάτανος, εκείνο που είναι… για το σεξ, το είπε επιτέλους! Καρδιολόγος κοιτάζει Θανάση, Θανάσης κοιτάζει καρδιολόγο και καταπίνουν το γέλιο πίσω από τις μάσκες τους.
-Γιατί το παίρνετε αυτό το χαπάκι για το καφενείο;-Γιατί εκεί πάω και βρίσκω την Σόνια, του είπε κατακόκκινος ο παππούς.-Εντάξει θα παρακολουθήσουμε για λίγες ώρες την αρρυθμία σας και βλέπουμε αλλά το μπλε χαπάκι κομμένο!Κατέβασε το κεφάλι ο μπάρμπας κατσουφιασμένα.Μόλις άνοιξε η πόρτα του ιατρείου τα παιδιά του, δύο πενηντάρηδες όρμηξαν με αγωνία πάνω στον γιατρό.
-Γιατρέ, πώς είναι ο πατέρας μας; Έκανε ορθοστατική υπόταση; Ξέρετε, του έχουμε πει να μην πηγαίνει κάθε Κυριακή στην εκκλησία αλλά τίποτα, δεν ακούει κανέναν. Όσο δεν πήγαινε νέος, τώρα πηγαίνει συνέχεια και μόνος του, την μάνα μας δεν την παίρνει.
-Μόνος του γιατί;
-Γιατί πάει σε μια άλλη γειτονιά, που έχει λέει ησυχία και όχι γριές κουτσομπόλες, που μιλάνε συνέχεια.-Αλήθεια σας λέει, εκεί που πάει δεν έχει γριές κουτσομπόλες. Ο άνθρωπος πρέπει να μπορεί να προσεύχεται σωστά, είπε σοβαρός-σοβαρός ο καρδιολόγος κοιτάζοντας τον γέρο-πλάτανο, ο οποίος του χαμογέλασε από καρδιάς και ανακουφισμένα.«Θα τον παρακολουθήσουμε αλλά μην ανησυχείτε διέφυγε τον κίνδυνο», είπε ο καρδιολόγος.Αμέσως τα παιδιά έτρεξαν σε μια γιαγιά, που την είχαν ακουμπήσει σε μια καρέκλα λίγο πιο πέρα και την αγκάλιασαν, χάρηκε και η γιαγιούλα και όλα σχεδόν…καλά.
Ο Θανάσης βγαίνοντας από το καρδιολογικό ιατρείο είδε μια πενηντάρα με τιγρέ κολάν και μπούστο για…καρδιολόγο. Την είχε πάρει το μάτι του από πριν την ώρα, που ήρθε ο παππούς. Η τίγρης τον πλησίασε ρωτώντας με σπαστά ελληνικά:-Θα γκίνει εντάξει ο κυρ-Σταύρος; Ξέρετε εγκώ τον έφερα.
-Πολύ καλά κάνατε, θα γίνει καλά, μην ανησυχείτε.- Ευτυχώς γκιατί είναι πολύ καλό άτρωπο. Εγκώ θα φύγκω τώρα, θα του πείτε μόνο φιλιά από την Σόνια;
-Βεβαίως, μην ανησυχείτε της απάντησε πολύ σοβαρός ο Θανάσης και πήγε καρφί στο αυτί του μπάρμπα.Κανά τέταρτο μετά πάνω στο τσιγάρο, που κάνανε καρδιολόγος και Θανάσης μιλάγανε:-Ο πατέρας, πήγε εκκλησία κατάλαβες Θανάση;-Κατάλαβα Παντελή.
– Τι κατάλαβες Θανάση;-Ότι ο γέρο-πλάτανος μας έβαλε τα γυαλιά. Άντρας μωρέ, αρσενικό, που από το θηλυκό δεν κάνει πίσω. Εμείς τι κάνουμε; Δουλεύουμε σε απανωτές εφημερίες, πληρώνουμε δόσεις σε τράπεζες και ούτε με την γυναίκα μας δεν προλαβαίνουμε να πηδηχτούμε.
-Να σου πω , ότι συμφωνώ; Συμφωνώ αλλά για 36 ώρες θα είμαι κλεισμένος εδώ, που να δω το κορίτσι, που αγαπώ; Φεύγω πάω για υπέρηχο.-Να πας αλλά μην κάνεις μόνο υπέρηχο, να προλάβεις σήμερα να κάνεις και κάτι…υπέροχο για το κορίτσι σου.-Σαν τι ρε Θανάση;
-Να της πάρεις μια σοκολάτα από τις μεγάλες, που φέρνει το βρωμερό κυλικείο μας, να της τη πας αύριο το πρωί σαν φάρμακο, που δεν συνταγογραφείται.-Θανάση δεν σε είχα για ρομαντικό με τόσα μπινελίκια, που κατεβάζεις.
-Η αγάπη είναι το πιο δυνατό καρδιολογικό φάρμακο, αυτό πρέπει να το μάθεις καλά κύριε καρδιολόγεΗ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ!
Τα καρδιολογικά περιστατικά, πολλές φορές φθάνουν στην εφημερία μισοπεθαμένα και τότε μπαίνει το στοίχημα ανάμεσα στον χρόνο και στον άνθρωπο. Όποιος δουλεύει πάνω σε ανακοπή βλέπει αγγέλους και διαβόλους γύρω από τον ασθενή να έχουν παραταχθεί.Ένα πρωινό κάνει ανακοπή στο διάδρομο των επειγόντων ένας ασθενής, ο γλυκύτατος Βαγγέλης, που νοσηλευόταν σε ράντζο για μέρες. Πέφτει πάνω του ο Θανάσης για θωρακικές συμπιέσεις, ενώ είχαν στείλει για να φωνάξουν τον καρδιολόγο, στο μεταξύ κόλλησε και το κρεβάτι και δεν κούναγε ρούπι και έγιναν όλα εκεί επιτόπου εκεί με τον ‘’άγιο’’ απινιδωτή να καταφτάνει και οι περίεργοι να μην παραμερίζουν γιατί έβλεπαν σκηνή κινηματογραφική! Τελικά, ο Βαγγέλης σώθηκε και έφυγε καρφί για την μονάδα Εμφραγμάτων. Πέρασαν καμιά δεκαπενταριά μέρες και βλέπουμε μπροστά μας τον Βαγγέλη με το κομπολογάκι του να κάθεται πάνω σε ένα καροτσάκι. Είχε ζητήσει από τον τραυματιοφορέα να τον φέρει από τα Επείγοντα για να μας χαιρετίσει:-Παιδιά, φεύγω σήμερα αλλά ήθελα να σας ευχαριστήσω για ότι κάνατε για εμένα.
-Την δουλειά μας κάναμε κύριε Βαγγέλη, του είπε ο Θανάσης.
-Ξέρω, πολύ καλά τι κάνατε γιατί σας έβλεπα. Όταν είχα ανέβει κατά πάνω τα έβλεπα όλα από ψηλά. Έβλεπα και πως φωνάζατε για να έρθει το μηχάνημα και πως κόλλησε το κρεβάτι και πώς με παλέψατε. Τα έβλεπα όλα σας λέω και μόλις ξύπνησα κατάλαβα ότι εδώ είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση εδώ. Εγώ θα φύγω τώρα αλλά θα φύγω ζωντανός και χαμογελαστός και αυτό το χαμόγελο θα σας το χρωστάω, πάντα! Είστε μάγκες για αυτό σας πήρα από ένα κομπολόι για να το κρατάτε που και που και να θυμάστε τον Βαγγέλη, που χαμογελάει κάπου εκεί έξω. Άντε γειά σας.Κόκκινο, από σκληρό πλαστικό αγορασμένο από το περίπτερο έξω από το νοσοκομείο το κομπολόι του Βαγγέλη, ο Θανάσης το είχε για μαλαματένιο.
Το έβαλε δίπλα στο ξυπνητήρι του για να το βλέπει κάθε φορά πριν πιάσει βάρδια, ακριβώς μόλις ανοίγει τα μάταια του, για να του θυμίζει ότι εδώ είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση εδώ για αυτό και πρέπει να είσαι ανάμεσα και στα δύο άνθρωπος και μάγκας!
*Η Ειρήνη Μουμούρη σπούδασε Νοσηλευτική και Φαρμακευτική εργάζεται δε στον Άγιο Ανδρέα Πατρών