18/10/2023
γράφει: ο Πέτρος Ιωάννου*
Τα χρόνια πέρασαν, όπως κι οι εποχές. Θ’ αναφερθώ στις εποχές – περιόδους του χρόνου και ειδικά στη μετάβαση απ’ το καλοκαίρι στο Σεπτέμβριο, που άνοιγαν και τα σχολεία. Δεν ξέρω σήμερα τι λένε οι μαθητές . Εκτιμώ πως άλλοι θέλουν κι άλλοι όχι, ν΄ανοίξουν τα σχολεία, ανάλογα και με τις επιδόσεις, πόσο τα καταφέρνουν.
Τότε το κριτήριο ήταν άλλο. Οι γονείς μας, οι περισσότεροι με ισχνό βαλάντιο, φρόντιζαν τον εκτός σχολείου χρόνο μας να τον αξιοποιούμε δουλεύοντας είτε σε δικά μας χωράφια (καθάρισμα χωραφιών από πέτρες) , είτε σε ξένα (βαμβακοχώραφα). Ακόμη κι όταν γύριζα απ΄το σχολείο Σαββάτο μεσημέρι, θυμάμαι, θάπρεπε να συνοδεύσω τον γονιό μου σε αγροτόδρομους για να μαζέψουμε χόρτα για τις αγελάδες.
Ένα Σάββατο, ήταν επεισοδιακό. Ο πατέρας μου ήθελε εγώ όχι. Θυμωμένος μ΄ένα γεωργικό εργαλείο (σαν το πηρούνι) ερχόταν κατά πάνω μου. Αν δεν το άρπαζε η θεία μου η Σοφία, ίσως ήμουν μακαρίτης κείνη τη μέρα, καθώς στεκόμουν ατάραχος.
Το 1970 δεν είχαν βγεί μηχανές συλλογής βαμβακιού. Το μάζεμα γινόταν με το χέρι!!! Πριν μερικές δεκαετίες ,τέτοιες ημέρες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά ήταν στα χωράφια και μάζευαν το βαμβάκι τους!!! Αρχίζαν το Σεπτέμβριο 1η φάση τελείωναν το Νοέμβριο 3η φάση… μες τα κρύα.
Εμείς στη Σκοτούσα δεν είχαμε ποτιστικά χωράφια, έτσι μας παίρναν αγρότες πέριξ των Φαρσάλων στα δικά τους χωράφια. Απ΄το χάραμα ως το σούρουπο μαζεύαμε βαμβάκι. Οι πλέον γρήγορες φτάναν στα 120 +, οι μέτριες 60 – 80. Εγώ γύρω στα 12 μου τότε, επέλεγα πλάι στη μάνα μου μια σειρά κι όχι 2 όπως όλοι. Η επίδοση, 27 κιλά…
Μετά τα ζυγίσματα, καβάλα πάνω στους τεράστιους σάκους, σαν ”αφρικανοί” στην καρότσα, μέχρι την αποθήκη του ιδιοκτήτη και νύχτα στο χωριό μας. Συνήθως πηγαίναμε κοντά στο Βασιλί (που πλημμύρισε τελευταία) κοντά στο Σιδ. Σταθμό Φαρσάλων κι ατένιζα την πόλη, με μιά νοσταλγία: Έρχομαι…
Να γιατί το άνοιγμα των σχολείων τότε ήταν ευλογία, λύτρωση απ΄τη σκληρή κι επίπονη ολοήμερη δουλειά.
Αργότερα, 3 χρόνια μετά μπορεί το χωριό να το εγκαταλείψαμε, χάριν της Λάρισας, αλλά η φιλοσοφία της μάνας μου παρέμεινε ίδια. Κάποιο κατάστημα ή εργοστάσιο πάλι μας περίμεναν στη θερινή ραστώνη.
– Η δική μου αντίδραση;
– Έ, ένας μήνας είναι, θα περάσει…
Ετεροχρονισμένα θαρρώ καλή έως τέλεια την τακτική της, γιατί στα δύσκολα, σμιλεύεσαι καλύτερα.
”Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 90 και στη Θράκη το περισσότερο βαμβάκι μαζεύονταν με το χέρι. Στις χώρες τις αφρικανικές και τις ασιατικές, επειδή εκεί τα χωράφια είναι ξερικά με πολύ χαμηλότερες στρεμματικές αποδόσεις προφανώς και μαζεύουν λιγότερα κιλά. Η είσοδος της μηχανής στην Ελλάδα βοήθησε.
Aν παλιά θεωρούσαμε ποιοτικότερο το βαμβάκι που μαζέψαμε με το χέρι, τώρα τα καλά κλωστήρια παγκόσμια έχουν άλλη γνώμη. Προτιμούν το μηχανοσυλλογής, διότι έχει μικρότερη επιμόλυνση από ξένες ύλες (πολυπροπυλένιο από τα σακιά). Η αναλογία όπως θα αλλάξει σύντομα διότι η Κίνα ξεκίνησε το μάζεμα με μηχανές και μάλιστα προχωράει με πολύ γρήγορους ρυθμούς”. ( Thrakika Ekkokistiria S.A.)
Οι εποχές βεβαίως αλλάζουν και πάντα προς τα μπρος. Ποιός όμως μπορεί με σιγουριά, βεβαιότητα στα ελληνικά, να προεξοφλήσει ομαλές καταστάσεις για το μέλλον της γεωργίας στην Ελλάδα και παντού, σ’ ένα τόσο ρευστό κόσμο, με αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα;
Υ.Γ. Στην Τανζανία απ΄όπου και οι έγχρωμες φωτογραφίες, τα τελευταία χρόνια, αρχίζουν να χρησιμοποιούν βαμβακοσυλλεκτικές και αναζητούν άτομα με τεχνογνωσία. Το μάζεμα εδώ, δίνει εισόδημα στο 40% του πληθυσμού (Χ. Τζιότζιος).
* Ο Πέτρος Ιωάννου είναι απόμαχος της εκπαίδευσης, διαχειριστής της enotikos.gr