Ζήτω το ελληνικό τραγούδι

22/12/2024

Ο Τσιτσάνης, όπως και ο Ρασούλης, ο Μπιθικώτσης, ο Μητροπάνος και αργότερα ο Αγγελάκας, ο Παπάζογλου και ο Μάλαμας, ήταν κυρίως αυτοί που μ’ έκαναν να αγαπήσω το ελληνικό τραγούδι (και όχι τα “Ελληνάδικα”, τα οποία συνεχίζω να απεχθάνομαι).

Ειδικά ο Τσιτσάνης, αυτός ο ελληνοειδής τυπάκος με το μουστακάκι του, που ενσάρκωνε το Όλον του ρεμπέτικου, όπως έγραφε και ο αείμνηστος φίλος Μανώλης Ρασούλης (1945-2011), ήταν “ψυχή ιλαρή, σαβαωθικής προέλευσης” με “επουράνιο ύφος”!

Το γιατί τέτοιοι άνθρωποι με τέτοια γνήσια καλλιτεχνική ψυχή – αυθεντικοί, λαϊκοί στην ουσία και όχι δήθεν, και δημιουργικά ανατρεπτικοί ταυτόχρονα – όπως ο Τσιτάνης και ο Ρασούλης, σπανίζουν πλέον (εξαιρώ τον Αγγελάκα, τον Μάλαμα, τον Μπιθικώτση, τον Μητροπάνο και άλλους 2-3 που κρατούσαν και κρατάνε ακόμη “το κεράκι αναμμένο”…) είναι κάτι το θλιβερό και το παρακμιακό, κι ένα ακόμη δείγμα πως η σύγχονη Ελλάδα, πολύ πριν καταντήσει “αποικία χρέους”, ήταν μια “πολιτιστική και καταναλωτική αποικία” της Δύσης γεμάτη με κρατικοδίαιτους Μετα-γκιαούρηδες Ελληναράδες που παριστάνουν τα αμερικανάκια.

Η αυθεντικότητα, που ξεκίνησε με την γενιά των καλλιτεχνών του Μεσοπολέμου, τελείωσε κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 1960, την εποχή που γεννήθηκα. Κατόπιν κυριάρχησαν οι απομιμήσεις, τα φούμαρα, φύκια για μεταξωτές κορδέλες, και οι δήθεν. Μια πνευματική ξηρασία και ξενέρωτα τραγούδια, τσιριμπάμ τσιριμπούμ -σκέτο αμπαλάζ δίχως βαθιά ψυχή.

Κι ένας Αγγελάκας ή Λεξ δεν φέρνουν την Άνοιξη.

αλιευμένο από: George Stamkos

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *