«Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο»

[Στη φωτογραφία, ο Ηλίας Καπλανίδης μπροστά από την ιστορική Μάντρα του Μπλόκου της Κοκκινιάς]

Βίκυ Κατεχάκη /// Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ο Ηλίας Καπλανίδης αφηγείται στην «Κ» για την ημέρα που η Κοκκινιά βάφτηκε με το αίμα περισσότερων από 200 συμπατριωτών του

03.02.2024

«Αποβραδίς του μπλόκου ήρθαν οι γερμανοτσολιάδες με τα χωνιά και φώναζαν: “Οι άνδρες από 14 μέχρι 60 χρόνων να μαζευτούν στην πλατεία της Οσίας Ξένης για εξακρίβωση στοιχείων. Οσοι δεν έρθουν, θα συλλαμβάνονται και θα εκτελούνται επί τόπου στο σπίτι τους”».

Ο Ηλίας Καπλανίδης γυρίζει τον χρόνο πίσω, στην ημέρα που η Κοκκινιά βάφτηκε με το αίμα περισσότερων από 200 συμπατριωτών του. Ξημέρωνε 17 Αυγούστου του 1944 και τα γεγονότα της ημέρας εκείνης θα καταγράφονταν στην Ιστορία ως το «Μπλόκο της Κοκκινιάς».

«Από τις τρεις το ξημέρωμα, όλη η Κοκκινιά, από τα προάστια ακόμη, αρχίσαμε σιγά σιγά να μαζευόμαστε στην πλατεία. Καμιά τριανταριά χιλιάδες άνθρωποι βρεθήκαμε εκεί. Εγώ έφτασα μαζί με τον πατέρα μου, αλλά αργότερα μας χώρισαν. Από 15 έως 25 χρόνων μάς έβαζαν σε μία σειρά, από 25 έως 35 σε μια άλλη, μέχρι 50 σε άλλη κ.ο.κ.», αφηγείται στην «Κ».

«Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο»-1

Στα 96 του χρόνια, οι μνήμες του παραμένουν αναλλοίωτες. Αλλωστε, πώς θα μπορούσε να σβήσει τόσο εύκολα όσα έζησε, την περίοδο της Αντίστασης. 

Συναντιόμαστε στην πλατεία της 17ης Αυγούστου (Οσίας Ξένης) στη Νίκαια και από εκεί κατευθυνόμαστε προς το Μουσείο της Μάντρας του Μπλόκου της Κοκκινιάς, που βρίσκεται λίγα μέτρα πιο πέρα. Σε αυτόν τον ιερό χώρο μνήμης για την περιοχή, ανάμεσα στα ιστορικά κειμήλια, ο Ηλίας Καπλανίδης τιμήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο από τον Δήμο Νίκαιας – Αγ. Ι. Ρέντη ως ο τελευταίος επιζών του Μπλόκου. Τελευταίος μάρτυρας ενός από τα πιο σκληρά γεγονότα της περιόδου της Κατοχής. 

Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των εκτελεσμένων στο Μπλόκο ξεπέρασε τους 200, ενώ 3.000 Κοκκινιώτες μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο του Χαΐδαρίου. Από αυτούς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γερμανού ιστορικού Χάγκεν Φλάισερ, οι 1.300 οδηγήθηκαν σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας, ενώ οι 335 δεν γύρισαν ποτέ.

«Εκείνη την ημέρα οι Γερμανοί είχαν κλείσει όλες τις εισόδους και εξόδους, από τα σύνορα του Ρέντη, του Ανω Κορυδαλλού, της Αμφιάλης μέχρι και τον Πειραιά. Δηλαδή όλες όσες έβγαζαν στη γειτονιά μας. Μπλόκο για να μη φύγει κανείς», αφηγείται ο Καπλανίδης και μιλά για τον σκοτεινό ρόλο των ντόπιων συνεργατών των ναζί. «Οι Γερμανοί μάς είχαν άχτι γιατί εκείνη την περίοδο στην Κοκκινιά γίνονταν πολλές οδομαχίες. Δεν ήθελαν την Αντίσταση. Τους βοήθησαν οι δωσίλογοι που μαρτυρούσαν τους κομμουνιστές. Εγώ δεν τους είδα με κουκούλα εκείνη την ημέρα, όπως έχει γραφτεί. Κάποιους τους αναγνώρισα. Ο ένας ήταν κουρέας εδώ στη γειτονιά, ο άλλος ήταν στην πλατεία της Χαλκηδόνας. Τους ήξερα. Εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα», λέει. 
 
Ο ίδιος, στα 16 του χρόνια, βρέθηκε στη σειρά των συγκεντρωμένων μαζί με άλλα νέα παιδιά. Θυμάται τη στιγμή που για πολλά χρόνια μετά θα ξαναζούσε, ως εφιάλτη πια, στον ύπνο του.

«Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο»-2
Αριστερά, ο Ηλίας Καπλανίδης, σε ηλικία 15 ετών, στην Κοκκινιά. Στη μέση ο φίλος του Χαράλαμπος Χατζηλίας, που οδηγήθηκε από το Μπλόκο της Κοκκινιάς στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Εκεί αφέθηκε ελεύθερος, ενώ τα δύο αδέλφια του εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία, από όπου τελικά επέστρεψαν. Δεξιά από τη φωτογραφία, ο φίλος τους Παύλος Αμπελιώτης. Η φωτογραφία έχει ημερομηνία 24-4-1943 (φωτογραφικό αρχείο: Η. Καπλανίδη).

«Σήκω εσύ»

«Ηταν από πάνω μας ένας Γερμανός μαζί με ένα δικό μας προδότη. Ελεγαν “ψηλά τα κεφάλια” για να αναγνωρίσουν. Ξαφνικά, τον ακούω να λέει “σήκω εσύ”. Πήγα να σηκωθώ και ρωτάω: “Εμένα λες;” – “Τον διπλανό”, απάντησε. Τον πήραν και τον εκτέλεσαν. Πρέπει να ήταν γύρω στα 18. Νέο παιδί, μαζεμένο, ήσυχο. Πήγε άδικα».

Συνολικά 75 άτομα, ενεργά μέλη της Αντίστασης, εκτελέστηκαν στις 17 Αυγούστου του 1944 στη Μάντρα της Κοκκινιάς, στον χώρο ενός παλιού ταπητουργείου. Υπολογίζεται ότι την ίδια ημέρα ο συνολικός αριθμός των εκτελεσμένων στο Μπλόκο ξεπέρασε τους 200, ενώ 3.000 Κοκκινιώτες μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο του Χαΐδαρίου. Από αυτούς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γερμανού ιστορικού Χάγκεν Φλάισερ, οι 1.300οδηγήθηκαν σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας, ενώ οι 335 δεν γύρισαν ποτέ. Είχε προηγηθεί η Μάχη της Κοκκινιάς (4 -8 Μαρτίου του 1944), κατά την οποία 300 αντιστασιακοί οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο, στο Χαϊδάρι. Εκεί οι 37 εκτελέστηκαν και οι υπόλοιποι μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μανχάιμ. 
 
«Εμένα μαζί με άλλα περίπου 20 παιδιά μάς είχαν βάλει από τη μία το μεσημέρι σε μια γωνιά της πλατείας. Οταν άρχισε να δύει ο ήλιος μάς άφησαν να φύγουμε. Τους μεγάλους τους κράτησαν για καμιά ώρα ακόμη. Υστερα πήραν όσους ήθελαν και τους υπόλοιπους τους έδιωξαν», αφηγείται ο Ηλίας Καπλανίδης για τα γεγονότα της 17ης Αυγούστου. 

Εκείνο το βράδυ όλη η γειτονιά ήταν μπροστά στις πόρτες. Ο καθένας περίμενε κάποιον δικό του να γυρίσει. Ακουγες να λένε «δεν ήρθε» και άρχιζαν οι φωνές και τα κλάματα.

«Με τον πατέρα μου, ανταμωθήκαμε αργότερα στο σπίτι. Εκείνο το βράδυ όλη η γειτονιά ήταν μπροστά στις πόρτες. Ο καθένας περίμενε κάποιον δικό του να γυρίσει. Ακουγες να λένε “δεν ήρθε” και άρχιζαν οι φωνές και τα κλάματα», περιγράφει.
 
Στο απέναντι σπίτι, γύρισε μόνο το ένα από τα τρία παιδιά της οικογένειας Χατζηλία που είχαν πάρει οι Γερμανοί. Ο Χαράλαμπος, φίλος του Ηλία Καπλανίδη, ήταν εκείνος που επέστρεψε το ίδιο βράδυ, ενώ τα δύο αδέλφια του μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία.
 
«Ευτυχώς κατάφεραν να γυρίσουν στην Ελλάδα ύστερα από καιρό και να ζήσουν εδώ για πολλά χρόνια ακόμη», αφηγείται ο Καπλανίδης.

«Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο»-3
«Ηταν από πάνω μας ένας Γερμανός μαζί με ένα δικό μας προδότη. Ελεγαν “ψηλά τα κεφάλια” για να αναγνωρίσουν. Ξαφνικά, τον ακούω να λέει “σήκω εσύ”. Πήγα να σηκωθώ και ρωτάω: “Εμένα λες;” – “Τον διπλανό”, απάντησε. Τον πήραν και τον εκτέλεσαν. Πρέπει να ήταν γύρω στα 18. Νέο παιδί, μαζεμένο, ήσυχο. Πήγε άδικα».

Δεν μπορεί να ξεχάσει την εικόνα που αντίκρισε εκείνο το τραγικό βράδυ στην Κοκκινιά.
 
«Τη νύχτα ήρθε πια ένα φορτηγό και μάζεψαν τους εκτελεσμένους. Πέταξαν τα πτώματα μέσα κι έφυγαν. Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο, όπου τους πήγαν για να τους θάψουν».
 
Ο Ηλίας Καπλανίδης εξακολουθεί και σήμερα να ζει στην οδό Λαοδικείας, στο ίδιο σπίτι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε μαζί με τις τέσσερις αδελφές του, από γονείς πρόσφυγες. Θυμάται το κρησφύγετο που χρησιμοποιούσαν οι αντιστασιακοί στο ρέμα κάτω από το σπίτι του και φέρνει στο μυαλό του εικόνες από τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. 
 
«Εβλεπες παιδιά να έχουν βγάλει χνούδι από την πείνα και την αβιταμίνωση και μεγάλους ανθρώπους να περπατάνε στον δρόμο και ξαφνικά να πέφτουν κάτω. Εμείς ήμασταν λίγο καλύτερα, γιατί ο πατέρας μου είχε φούρνο. Εκείνη την εποχή, όμως, το ψωμί μοιραζόταν με τα κουπόνια και ήταν ζυγισμένο: 25 δράμια κάθε κουπόνι, δύο φορές την εβδομάδα. Επαιρναν το ψωμί και δεν προλάβαιναν να φτάσουν σπίτι, το είχαν φάει στον δρόμο».

«Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο»-4
Ο Ηλίας Καπλανίδης συνέχισε την οικογενειακή επιχείρηση, αναλαμβάνοντας τον φούρνο του πατέρα του στην Κοκκινιά.

«Η ιστορική μνήμη δεν πρέπει να χαθεί»

Η μαρτυρία του Ηλία Καπλανίδη είναι η τελευταία που έχει καταγραφεί για τη 17η Αυγούστου του 1944 θα ενσωματωθεί σε ένα ντοκιμαντέρ για το Μπλόκο της Κοκκινιάς. Την πρωτοβουλία για τη δημιουργία του πήρε ο Γιώργος Καρνέζης, ένας Νικαιώτης που συνδιαχειρίζεται στο Facebook τη σελίδα «Από την Κοκκινιά στη Νίκαια», αναρτώντας φωτογραφίες και ιστορικά ντοκουμέντα που προέρχονται από την περιοχή και αφιερώνοντας ένα σημαντικό μέρος από αυτά στην ημέρα του Μπλόκου. Τη μαρτυρία για το ντοκιμαντέρ κατέγραψε ο ιστορικός Μενέλαος Χαραλαμπίδης
 
«Ολα αυτά τα στοιχεία που ίσως παλαιότερα τα θεωρούσαμε ασήμαντα, για τους ιστορικούς είναι πολύ σημαντικά, διότι η Ιστορία γράφεται και ξαναγράφεται. Κάθε σημείο και κάθε λεπτομέρεια είναι απαραίτητα για εκείνους και για το έργο που θέλουν να παρουσιάσουν, με γνώμονα την αλήθεια», λέει στην «Κ» ο κ. Καρνέζης, επισημαίνοντας παράλληλα τη σημασία που έχουν αυτές οι αφηγήσεις για το ευρύ κοινό.
 
«Είναι γεγονότα που μεταφέρονται σε εμάς, στη 2η και 3η γενιά, και αποτελούν συνέχεια της ιστορικής μνήμης, η οποία όχι μόνο δεν πρέπει να χαθεί, αλλά να αναδεικνύεται συνεχώς με νέα στοιχεία», τονίζει. 

«Ο δρόμος βαφόταν με αίμα μέχρι το Γ’ Νεκροταφείο»-5
Από αριστερά ο Γιώργος Καρνέζης, ο οποίος ξεκίνησε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ για το Μπλόκο της Κοκκινιάς. Στη μέση ο Ηλίας Καπλανίδης και δεξιά ο καλός του φίλος Κυριάκος Νικολαΐδης, μέσα στο μέσα στο Μουσείο της Μάντρας Μπλόκου της Κοκκινιάς. 

Ηγετικά στελέχη από την Κοκκινιά καθοδήγησαν την Αντίσταση

Στη Μάντρα του μπλόκου της Κοκκινιάς, όπου σήμερα φιλοξενείται ανάμεσα σε άλλα κειμήλια, η ιστορική ξύλινη πόρτα από την οποία πέρασαν οι αγωνιστές που προορίζονταν για εκτέλεση, η υπεύθυνη του χώρου Ειρήνη Ρηνιώτη υποδέχεται συχνά μαθητές από όλα τα σχολεία, αλλά και επισκέπτες από το εξωτερικό που ενδιαφέρονται να μάθουν για την Αντίσταση. Το Μπλόκο της Κοκκινιάς ήταν, άλλωστε, ένα από τα πιο αιματηρά ιστορικά γεγονότα που σημάδεψε την τελευταία περίοδο της ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα. 
 
«Η Κοκκινιά ήταν μία πολύ έντονα αντιστασιακή πόλη λόγω των Μικρασιατών προσφύγων κατοίκων της. Οταν ήρθαν αυτοί οι άνθρωποι, εξαιτίας και των δυσκολιών τις οποίες αντιμετώπισαν, συνδέθηκαν με το Κομμουνιστικό Κόμμα. Καθώς λοιπόν τέθηκε το ζήτημα, 18-19 χρόνια μετά, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν θα συμμετάσχουν δυναμικά στην Αντίσταση, το έκαναν. Είχε πολλούς αντιστασιακούς η Κοκκινιά, πολλούς κομμουνιστές λόγω της οικονομικής κατάστασης και της εργατικής σύνθεσης της πόλης και πολλά ηγετικά στελέχη της Αντίστασης που καθοδηγούν από εδώ τον αντιστασιακό αγώνα», εξηγεί η κ. Ρηνιώτη. 

Οπως λέει, στα 13 χρόνια που υπηρετεί το μουσείο, είχε την τύχη να συναντήσει ανθρώπους, όπως τον Ηλία Καπλανίδη, οι οποίοι έζησαν αυτά τα ιστορικά γεγονότα στην Κοκκινιά και να αποσπάσει μαρτυρίες που και η ίδια σήμερα αξιοποιεί στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του μουσείου.       

Γερμανία Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος Ναζισμός Νίκαια Ρέντη

ΠΗΓΗ: kathimerini.gr

Βίκυ Κατεχάκη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *