«Ομόνος που θα μπορούσε να πει το ΝΑΙ, είπε το ΟΧΙ».
Ελλάδα 27.10.2024
Newsroom Dnews
Γράφει: ο Τάκης Κατσιμάρδος.
Όταν τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Γκράτσι έδινε το τελεσίγραφο του Μουσολίνι, οι εξελίξεις ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένες. Τις συνόψισε αμέσως ο Μεταξάς με τη διαπίστωση «λοιπόν, έχομεν πόλεμον…» , αυτό που στην καθομιλούμενη καταγράφηκε ως ΟΧΙ.
Η απάντηση του Ιταλού διπλωμάτη, με κείνο το «όχι απαραιτήτως», ήταν απολύτως τυπική. Όπως προκύπτει σαφώς από τον διάλογο, που παραθέτει ο ίδιος αργότερα στο βιβλίο του («Η αρχή του τέλους – η επιχείρηση κατά της Ελλάδος») και τις σκέψεις, οι οποίες τον συνοδεύουν, κάθε άλλη απάντηση ήταν αδιανόητη.
Άλλωστε, στη σχετικά μακρά προεργασία της Ρώμης για την επίθεση εναντίον της Ελλάδος, ούτε ως σενάριο φαντασίας δεν διατυπώνεται το ενδεχόμενο ν’ αποδεχθεί χωρίς πόλεμο η Αθήνα τις ιταλικές αξιώσεις. Όπως κι αν προβάλλονταν.
Οι συγκεκριμένες ,πάντως, κι όπως περιγράφοντας στο τελεσίγραφο σήμαναν την εγκατάσταση και προέλαση ιταλικών δυνάμεων στη χώρα και την κατάληψή της. «Αν και για τα μέτρα του καιρού, όπως σημειώνει ο ιστορικός Γ. Μαργαρίτης στη μελέτη του για την περίοδο ( «Προαναγγελία θυελλωδών ανέμων…») δεν ήταν παράλογο ή αφύσικο αίτημα. Αρκετές ήταν ήδη οι χώρες που είχαν ενδώσει σε παρόμοια τελεσίγραφα, με αποστολέα τη Γερμανία».
Η Ιταλία, όμως, δεν ήταν Γερμανία και η Ελλάδα διαφορετική από κείνες για πολλούς λόγους (γεωπολιτικούς και ιστορικούς). Παρά τις ομοιότητες των ολοκληρωτικών καθεστώτων τους. Οποιοσδήποτε πολιτικός από τους υπάρχοντες κομματικούς σχηματισμούς κι αν βρισκόταν στην εξουσία θα τηρούσε μια παρόμοια στάση.
Η Ρώμη δεν χρειαζόταν να περιμένει την απάντηση στο τελεσίγραφο. Όταν ο Γκράτσι το επέδιδε η ιταλική εισβολή είχε αρχίσει στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Ούτε οι ελληνικές προφυλακές για ν΄ αμυνθούν στους εισβολείς χρειάστηκε να περιμένουν κάποια ιδιαίτερο μήνυμα πολέμου. Κατά κάποιο, όλα εξελίχτηκαν, όπως αναμενόταν…
Η αντίφαση
Το «καπρίτσιο της ιστορίας» στις 28 Οκτωβρίου 1940 ήταν πως μια φασιστική κυβέρνηση, όπως η βασιλομεταξική, βρέθηκε με το ΟΧΙ, να εκφράζει τ΄ αντιφασιστικά αισθήματα της μεγάλης πλειονότητας του λαού. Έτσι, ένα αυταρχικό και αστυνομικό καθεστώς «πέτυχε» να διοχετεύσει τις αντιφασιστικές διαθέσεις της ελληνικής κοινωνίας εναντίον ενός άλλου φασισμού, του Ιταλικού.
Το ζήτημα θίγει με τον τρόπο του ο Γ. Σεφέρης, όταν σημειώνει με δωρικότητα: «Οταν ήρθε η 28η Οκτωβρίου δεν μπόρεσε να ιδεί (o Μεταξάς) ότι τότε μόνο, και όχι στις εορτές του Σταδίου (δηλ. τις φιέστες του καθεστώτος στο Παναθηναϊκό κ.α.) ολόκληρος ο λαός ήταν μαζί του, μαζί με την απάντηση που έδωσε στον Grazzi την αυγή. Δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι η ημέρα εκείνη δεν επικύρωνε, αλλά καταργούσε την 4η Αυγούστου».
Την ίδια διάσταση, από άλλη οπτική, θέτει και ο ηγέτης του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδης με το περίφημο γράμμα του από τις φυλακές, όπου τον έχει απομονωμένο το καθεστώς: «Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα πρέπει να είναι και θα είναι μια καινούργια Ελλάδα… Κάθε βράχος, η κάθε ρεματιά, το κάθε χωριό, κάθε καλύβα, η κάθε πόλη σπίτι με σπίτι να γίνει φρούριο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα…».
Το ίδιο «καπρίτσιο», άλλωστε, εκδηλώνεται και σ΄ ένα άλλο επίπεδο. Το επισημαίνει εύστοχα ο Άγγλος λόρδος Ουίλσον, όταν για τις μέρες εκείνες επισημαίνει: « Η θέση μας ήταν πραγματικά παράδοξη γιατί στη μάχη μας κατά του ολοκληρωτισμού είχαμε να υποστηρίξουμε μια φασιστική κυβέρνηση ενάντια σε μια άλλη φασιστική κυβέρνηση…».
Παραλείπει, βεβαίως, ότι είχαν μαζί τους και τον κατεξοχήν αγγλόφιλο βασιλιά Γεώργιο Β, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα.
Ποιος είπε και τι
Αμέτρητα έχουν γραφεί και ειπωθεί για το θρυλικό ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940. Ειδικά για την απόρριψη του ιταλικού τελεσιγράφου από το Μεταξά. Σε κάθε επέτειο επαναλαμβάνονται, με τη μια ή άλλη μορφή, ορισμένες βασικές εκδοχές και ερμηνείες της ελληνικής απάντησης.
Η κυρίαρχη αντίληψη σήμερα είναι πως ο αρχηγός της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου (1936-1941) “σύρθηκε” στη στάση αυτή από το δημοκρατικό λαό. Αρνήθηκε την ένταξη της Ελλάδας στη φασιστική “Νέα Τάξη” του Άξονα και για πρώτη φορά διερμήνευσε τα λαϊκά αισθήματα και είχε στο πλευρό του όλο το έθνος για τη στάση του αυτή. Το ΟΧΙ δεν ανήκει σ΄ αυτόν, το είπε ο λαός , ο οποίος άλλωστε έγραψε και το αλβανικό έπος, στην ουσία παρά τους υπολογισμούς της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας.
Η δεύτερη προσέγγιση είναι ότι το ΟΧΙ Μεταξά και βασιλιά Γεωργίου, ανεξαρτήτως τι προηγήθηκε μετά την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού το 1936 , είναι παράσημο για τη συντηρητική – βασιλική παράταξη. Αυτοί είπαν το ΟΧΙ, ήταν οι δημιουργοί του έπους και έγινε κατορθωτό ,τελικά, η Ελλάδα να βρεθεί στο πλευρό των νικητών του πολέμου.
Σε μια άλλη σφαίρα βρίσκουμε απόψεις, όπως των απολογητών της βασιλομεταξικής δικτατορίας και των ιδεολογικών ακροδεξιών-φασιστικών επιγόνων του μεταξικού καθεστώτος. Οι πρώτοι στη στάση της 28ης βρίσκουν τη “δικαίωση” , το “μεγαλείο” της τεταρταυγουστιανής ιδεολογίας και πρακτικής. Οι δεύτεροι δεν μπόρεσαν ποτέ να «συγχωρέσουν» στον αρχηγό την τελική στάση του. «Πρόδωσε» τις ιδέες του…
Κατά καιρούς , όπως και στη φετινή επέτειο, ανασύρουν ακροδεξιοί και συντηρητικοί , μια επιδερμική αποστροφή του Π. Κανελλόπουλου από το βιβλίο του «Τα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου» (1964) , όταν ήταν επικεφαλής της ΕΡΕ : «Λέγουν όσοι αντικρύζουν με εμπάθεια και αυτά τα γεγονότα της Ιστορίας ότι το ΟΧΙ δεν το είπε ο Μεταξάς αλλά ο Ελληνικός λαός. Ναι το είπε ο λαός , αλλά αφού το είχεν πη ο Μεταξάς… Εάν Ο Μεταξάς έλεγε ΝΑΙ , πως θα έλεγεν το ΟΧΙ ο λαός, αφού θα εξυπνούσεν αργότερα; Θα το έλεγε βέβαια μέσα του, θα το εξεδήλωνε έμπρακτα όταν θα ωργάνωνε μυστικά την αντίστασίν του , αλλά η Αλβανική Εποποία δεν θα εγράφετο ποτέ…Το μέγα ΟΧΙ είναι πράξις του Μεταξά. Αλλά οι ιστορικοί του δισταγμοί εις όλους τους άλλους χειρισμούς μας εστοίχησαν…».
Σ’ ένα ακόμη από άλλα επιχειρήματα ότι ο Μεταξάς είπε το ΟΧΙ ,προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ο λαός και η τότε πολιτική ηγεσία εκτός κυβέρνησης δεν ήταν σε θέση να επιβάλλουν στο δικτατορικό καθεστώς την όποια θέλησή τους. Προφανώς ,όσοι το προβάλλουν καλούνται ν΄ απαντήσουν πρώτα πως θ΄ ανεχόταν το ΝΑΙ και αν η αντίδρασή του λαού δεν θα προσομοίαζε με κείνη που έγραψε το αλβανικό έπος και Εθνική Αντίσταση αργότερα…
Ο μόνος που θα μπορούσε να πει το ΝΑΙ
Πάντως, έτσι κι αλλιώς, όλες οι υπάρχουσες πηγές και ανεξαρτήτως ιδεολογικών-πολιτικών ερμηνειών και «επενδύσεων» στην ιστορία, καταδείχνουν ένα πράγμα: το ΟΧΙ της ηγεσίας ήταν η φυσική απόληξη προγενέστερων αποφάσεών της, που ταύτιζαν τη χώρα με τα συμφέροντα της Βρετανίας. Σε επίπεδο ηγεσιών αυτό το τελευταίο , δεδομένης της πασίγνωστης λαϊκής πατριωτικής έξαρσης, είναι και ζήτημα αν οι Μεταξάς (διχασμένος μεταξύ αστικής δημοκρατίας και φασιστικής ιδεολογίας ως προς την εξωτερική πολιτική ) και Γεώργιος (απόλυτα αφοσιωμένος στην Αγγλία) θα μπορούσαν να παραμείνουν έστω και μια μέρα στην εξουσία σε περίπτωση καταφατικής απάντησης…
Αλλά και ο ίδιος ο δικτάτορας , αν διαφοροποιούνταν από το βασιλιά , δεν θ΄ ανατρεπόταν πάραυτα από το «βασιλικό στρατό». Η Αυλή είχε διδαχτεί από τη γερμανοφιλία του παρελθόντος …
Στη μοναδική, μετά την κήρυξη του πολέμου, συνέντευξη που έδωσε σε ξένο ανταποκριτή, θα πει: «Όχι, δεν ανήκει εις εμέ η τιμή της αποφάσεως δια την αντίστασιν. Ξεύρω ότι οποιοσδήποτε Έλλην, από οποιονδήποτε μέρος της πατρίδος μου, οιασδήποτε τάξεως και αν ήτο και ευρίσκετο εις την θέσιν μου θα ελάμβανε την ιδίαν απόφασιν.» Πολύ περισσότερο αυτός, όταν την ίδια στιγμή, μάλιστα, σε διαφορετική περίπτωση, θα διαλυόταν το βασιλομεταξικό καθεστώς…
Ο Γ. Καφαντάρης, εκ των κορυφαίων αντιμεταξικών πολιτικών, σε μια ρητορική έξαρση, είχε επισημάνει ότι ο Μεταξάς ήταν ο μόνος Έλληνας που μπορούσε να πει ΝΑΙ και είπε ΟΧΙ. Μόνο που η απάντηση στο ιταλικό τελεσίγραφο ήταν η μοναδική επιλογή.
Άλλωστε ένας βασικός λόγος που έκανε δυνατή την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά ήταν ακριβώς η ευθυγράμμιση με τις επιλογές των κυρίαρχων αγγλικών και αγγλόφιλων ελληνικών κύκλων.
Στρατιωτικά και κοινωνικά
Βεβαίως το ΟΧΙ του καθεστώτος , υπαγορεύτηκε ,πέραν του φόβου της άμεσης κατάρρευσης, του εμφυλίου και του διχασμού , και στη στρατιωτική πτυχή . Αν και ο Μεταξάς ήταν περίπου πεισμένος για την επικράτηση του Μουσολίνι, ο πραγματισμός τον οδηγούσε σ΄ ένα ευρύτερο συμπέρασμα: «Η νίκη θα είναι του αγγλοσαξωνικού κόσμου, απέναντι του οποίου η Γερμανία, η οποία αφού έως τώρα δεν ηδυνήθη να επιτύχη οριστικόν αποτέλεσμα, είναι καταδικασμένη να συντριβή…» (από τις ανακοινώσεις του προς τους αρχισυντάκτες του αθηναικό Τύπο, αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου)
Έτσι κι αλλιώς , όπως το θέτει ο ιστορικός Ι. Χατζηιωσήφ « Στις 28 Οκτωβρίου η Ελλάδα μπήκε σε έναν πόλεμο που ούτε η κυβέρνηση ούτε κάποια μερίδα της κοινωνίας είχαν επιδιώξει. Ξεκινώντας σαν ένα ζήτημα εθνικής κυριαρχίας , ο πόλεμος σύντομα μεταβλήθηκε και για τους Ελληνες σε αυτό που ήταν για όλους τους Ευρωπαίους , σε ζήτημα επιλογής κοινωνικού καθεστώτος, συνειδητά για μια μερίδα δημοκρατικών και την κομμουνιστική Αριστερά , ασυνείδητα ή απερίσκεπτα μέσω της διακωμώδησης του Μουσολίνι και των εξωτερικών στοιχείων του ιταλικού φασισμού για τους περισσότερους… (Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα).
Σ’ έναν πόλεμο, που κανείς λογικός Έλληνας δεν επιθυμούσε , όλοι έσπευσαν χωρίς ενδοιασμούς. Η αποφασιστικότητα αποτυπώθηκε την 28η Οκτωβρίου με κείνο το μυθικό «χαμόγελο στα χείλη» και την πρωτοφανή συμμετοχή στην καθυστερημένη επιστράτευση…
ΑΥΡΙΟ: Αλήθειες και ψέματα για την 28η Οκτωβρίου
(Ο Τάκης Κατσιμάρδος είναι δημοσιογράφος)
ΠΗΓΗ
Dnews